Με την προκείμενη έκδοση του δοκιμίου και των μεταφράσεων σε ιταλόφωνα ποιήματα του Γιώργου Σαραντάρη κλείνει ένας κύκλος προσέγγισης της ποιητικής του. Πρόκειται για ποιητή και στοχαστή που «συνομιλεί» με την προσωπική θεώρηση της συγγραφικής λειτουργίας κι έχει, αναμφίβολα, αποτελέσει σημείο αναφοράς στις προσλαμβάνουσές μου για τον λόγο της ποίησης, τον λυρισμό, τον στοχασμό και την αισθητική.
Η ενασχόληση με τον σαρανταρικό λόγο φθάνει στα χρόνια της φοιτητικής «μέριμνας» για τη λογοτεχνία, ως πεδίο γνωσιακό, ακαδημαϊκό, αλλά και ως υποδομή για τη συγγραφική πορεία που ακολούθησε.
Η πρώτη έκδοση (2004, στις Εκδόσεις Γαβριηλίδη) αφορά στην ανθολόγηση ποιημάτων του Σαραντάρη, σύμφωνα με τις επιταγές της ευρηματικής σειράς «Εκ νέου», του εκδοτικού οίκου. Τα ελληνόφωνα ποιήματα εμφανίζουν ποιοτικές διακυμάνσεις συναρτώμενες με τις αναγνωστικές αναζητήσεις αλλά και την εμπέδωση της ελληνικής, ως δεύτερης γλώσσας του. Η ανθολογική πρόθεση υπήρξε αυτοπεριοριστική, δεδομένης της έκτασης που δινόταν τυπογραφικά. Ωστόσο, κρίνεται αναγνωριστική και σφαιρική.
Την επαύριο αυτής της κυκλοφορίας κυοφορήθηκε η ιδέα για ανθολόγηση των ιταλόφωνων ποιημάτων του. Το εγχείρημα φάνηκε εξίσου δύσκολο, εξ αυτού και η αναβλητικότητα στη συνέχεια. Την τελική αφορμή, ωστόσο, αποτέλεσε η εκπόνηση διπλωματικής εργασίας στο ΠΜΣ Δημιουργική Γραφή στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας. Στην πρόσφατη έκδοση (2019), και πέραν της μελέτης, έγινε επιλογή είκοσι πέντε ποιημάτων ανάμεσα σε πολλαπλάσια που στο μεταξύ διάστημα αυτών των χρόνων είχα μεταφράσει (και θα παραμένουν αδημοσίευτα).
Η μόνη βεβαιότητα που μπορώ να υποστηρίξω είναι η πεποίθηση της περαιτέρω ενασχόλησης με την ποίηση και τον στοχασμό του Σαραντάρη από άλλους, κατοπινούς αναγνώστες του. Το έργο του προσφέρεται για διερεύνηση, για νέες προοπτικές στην προσέγγισή του. Αυτά τα δύο βιβλία είναι προϊόν θέρμης, θαυμασμού και πεποίθησης για την αξία του ποιητή.
Commenti