Εμείς μιλούσαμε κάτω από την επιφάνεια, για ν' αποφύγουμε τη γύρη των καρδιών, για να νιώθουμε έτοιμοι στα μυστικά που θα συναντήσουμε. Κι ανάμεσα, στα άφαντα νερά, το αγκάλιασμά μας˙ σαν παλιά θύμηση που συμβαίνει ξανά.
Όνειρο ή θαύμα; Και απαντήσαμε:
«Θα μαντεύουμε κάθε ημέρα από λίγο, από τόσο λίγο χάρη στις ανάσες μας και στη χρυσή γιορτή του ήλιου, κι αποκαμωμένοι, γελώντας και φιλώντας τα κορμιά μας, που θέλουμε ξαναμμένοι να μείνουμε έως τη νύχτα, θα ακουμπάμε εσύ το τραγούδι μου κι εγώ το ρόδο σου σ' ετούτο το απαλό ξύλο, σαν μοίρασμα και φυλαχτό για τον αιώνα που μας ανήκει (ή του κυριαρχούμε;)».
Εμείς σταθήκαμε όρθιοι, το θυμάμαι τώρα. Το αίσθημα αυτό βρέθηκε αόρατο μπροστά μας, και δυνάμωσε. Ο ουρανός απλώθηκε σαν στέγη πάνω από τα βλέφαρα. «Λίγο φως της λυκαυγής», είπες, «λίγο να κλέψουμε για τον εαυτό μας...».
Όνειρο ή θαύμα; Και απαντήσαμε:
«Θα μαντεύουμε κάθε ημέρα από λίγο, από τόσο λίγο χάρη στις ανάσες μας και στη χρυσή γιορτή του ήλιου, κι αποκαμωμένοι, γελώντας και φιλώντας τα κορμιά μας, που θέλουμε ξαναμμένοι να μείνουμε έως τη νύχτα, θα ακουμπάμε εσύ το τραγούδι μου κι εγώ το ρόδο σου σ' ετούτο το απαλό ξύλο, σαν μοίρασμα και φυλαχτό για τον αιώνα που μας ανήκει (ή του κυριαρχούμε;)».
Εμείς σταθήκαμε όρθιοι, το θυμάμαι τώρα. Το αίσθημα αυτό βρέθηκε αόρατο μπροστά μας, και δυνάμωσε. Ο ουρανός απλώθηκε σαν στέγη πάνω από τα βλέφαρα. «Λίγο φως της λυκαυγής», είπες, «λίγο να κλέψουμε για τον εαυτό μας...».
Commenti