ΦΥΣΟΥΣΕ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΩΣ. Τώρα λαμπυρίζουν στα μάτια μας οι στιγμές για να ξεδιαλύνουν το παράπονο: είμαστε ζωντανοί; είμαστε αφημένοι ακόμη σ’ αυτό το κρυφό πανδαιμόνιο της ύπαρξής μας;
Σμίγουν τα μπράτσα ανάμεσα στις φωτιές, κοιταζόμαστε. Αναταραχή από τις ψιχάλες και τα ερωτήματα. Το μάκρος της διαδρομής είναι, το υγρό ξάφνιασμα, η σιωπή ενδιάμεσα στα στόματα όλων. Και μόνη αυτή η γνώριμη αίσθηση αποτελεί αποτύπωση των αλλοτινών εαυτών μας, των ξεχασμένων ή νοσταλγικών.
Τι σημασία έχει ο χρόνος σ’ ετούτα τα βλέμματα;
Οι φωτιές δυναμώνουν με άλλα χρώματα, καθώς τώρα ξημερώνει. Κοιταζόμαστε και πονάμε για το ταξίδι που δεν προκάναμε. Κι o λόγος γι’ αυτή τη νηνεμία δεν είναι ακόμη φανερός.
Commenti