Ποίηση και ποίηση
Ημερομηνία δημοσίευσης: εφ. "Αυγή", 16/11/2010
Του Βασίλη Ρούβαλη*
* Η επιλογή ποιημάτων εν είδει ανθολόγησης από ποιητές -με όποια εκδοτική αφορμή- αποτελεί μια ενδιαφέρουσα αναγνωστική παρακαταθήκη. Ανέκαθεν οι θεματικές ανθολογήσεις περιέχουν το προσωπικό στοιχείο του υπογράφοντος επιμελητή και θεμελιώνουν μια συγκεκριμένη οπτική: οι αποτιμήσεις του κυριολεκτούν σ' ό,τι αφορά την αισθητική αντίληψη, την εστίαση σε ποιητικές με ενδιάμεσο στοιχείο την αφαίρεση και την επιλεκτικότητα, την πρόσληψη των διαφόρων ρευμάτων μέσα από τη συγκεκριμένη θεματική, την εν τέλει αξιολόγηση των ποιητών και του έργου τους στο συγκεκριμένο παρόν - πάντοτε όμως με υφέρποντα τον υποκειμενισμό που συνήθως δρα καταλυτικά, με θετικό ή αρνητικό πρόσημο στο αποτέλεσμα. Αναλόγως, οι ανθολογήσεις, που με σταθερή γεωμετρική πρόοδο βρίσκουν όλο και περισσότερο χώρο στις εκδοτικές επιλογές τα τελευταία χρόνια, αποτελούν ένα καλό εφαλτήριο για τους αναγνώστες: δίνεται η ευκαιρία γνωριμίας-εμπέδωσης της πρόσληψης της ποίησης επί του παρόντος από τους άμεσα εμπλεκόμενους στο ποιητικό γίγνεσθαι, ενώ «αφουγκράζονται» εν τάχει μια σειρά από ποιητικές φωνές που, γιατί όχι, μπορούν να ανασύρουν βιβλιογραφικά και να επαναθεωρήσουν το έργο τους. Ετούτες οι σκέψεις ανακαλούνται με την πρόσφατη κυκλοφορία της ανθολογίας «Επειδή σ' αγάπησα και σ' αγαπώ ακόμη» με επιμέλεια του ποιητή και μεταφραστή Γιάννη Η. Παππά (εκδόσεις «Μεταίχμιο», σ. 344, τιμή: 15,40 ευρώ). Ο ανθολόγος ερανίζει εν προκειμένω δείγματα από το corpus της ελληνικής γραμματείας. Προσεγγίζει την αρχαία ποίηση (Ανακρέων, Ομηρος κ.ά.) μεταπηδώντας στη βυζαντινή και μεταβυζαντινή δημιουργία (Διγενής Ακρίτας, Κρητική Αναγέννηση, δημοτικό τραγούδι) για να σταθεί ως επί το πλείστον στην ποίηση του 19ου και του 20ού αιώνα. Κοινό παρονομαστή για τις συγκεκριμένες επιλογές του Γιάννη Η. Παππά έχει αποτελέσει η προαιώνια αγωνία περιγραφής του ερωτικού αισθήματος στις πολλαπλές εκφάνσεις του. Αυταπόδεικτα, οι ποιητές γνωρίζουν τον τρόπο, απτά και συγκεκριμένα κατά περίσταση...
* Οι εκδοτικοί κατάλογοι διαθέτουν την ξεχωριστή γοητεία της περιστασιακής κυκλοφορίας τους, όπου εκτός της ενημερωτικής τους διάστασης μπορούν να συνεισφέρουν στον διαρκή διάλογο του εκδότη με το αναγνωστικό κοινό μέσω των συγγραφικών επιλογών του. Στην περίπτωση της «Στιγμής», με την αειθαλή συνεισφορά του τυπογράφου-εκδότη Αιμίλιου Καλιακάτσου, ο κάθε κατάλογος που εκδίδεται σε άτακτα χρονικά διαστήματα (πάντοτε σε λίγα αντίτυπα και με μικρή διασπορά στα βιβλιοπωλεία) αποτελεί μια ουσιαστική κατάθεση για την πνευματική μας κίνηση. Αποσπάσματα από επερχόμενες εκδόσεις, κείμενα λιγότερο γνωστά ή δυσεύρετα, επιστολές, σχεδιάσματα, εικονογραφήσεις: αυτό το ιδιότυπο μωσαϊκό μοιάζει με σπάνιο πολύτιμο μέταλλο που ξεχωρίζει ανάμεσα στις δεκάδες εμπορικές-μιντιακές προτάσεις στις βιβλιοπωλικές προθήκες. Εξ ου και η αληθινή συλλεκτική αξία του (κυκλοφορεί ο «Κατάλογος αρ. 24», σ. 112, τιμή: 5,29 ευρώ).
* Με αφορμή την έκθεση που έχει οργανωθεί στο Λος Αντζελες για τη ζωή και το έργο του Τσαρλς Μπουκόφσκι («Ποιητής στα άκρα», διάρκεια έως τον Φεβρουάριο του 2011), η τελευταία σύζυγός του, Λίντα Λι Μπουκόφσκι, έκανε μια σειρά από δηλώσεις στα ΜΜΕ. Το ενδιαφέρον κερδίζει κατ' αρχάς η χαμηλότονη και αυτονόητη άποψή της ότι ο ποιητής οφείλει να ζει στο περιθώριο της κοινωνικής ζωής, να είναι συνειδητοποιημένος για τον ρόλο του, να αποφεύγει την υπερβολή που γεννάει η αίσθηση της διαφορετικότητας... Στην έκθεση προβάλλονται οι σπάνιες πρώτες εκδόσεις κειμένων του, δημοσιεύσεις σε βραχύβια περιοδικά, δακτυλογραφημένα ποιήματα σε διάφορες παραλλαγές από τον ίδιο, αλληλογραφία με θαυμαστές του, καθώς και προσωπικά αντικείμενα. Η Λίντα Λι Μπουκόφσκι διατηρεί αποστάσεις, ως όφειλε, από τη δημοσιότητα του ποιητή μετά θάνατον λέγοντας ότι «...είναι σαν να ζω πραγματικά μ' ένα φάντασμα. Το σπίτι είναι απαράλλαχτο. Δεν έχω αλλάξει κάτι, το γραφείο του είναι όπως το άφησε πεθαίνοντας, ενώ τα ρούχα να βρίσκονται παντού». Κι αυτό που υπονοεί είναι η πεποίθηση για την ιδιοτυπία της σχέσης, συνάρτησης και συμβίωσης, με έναν δημιουργό. Πώς διαχειρίζεται κανείς την πνευματική του κατάθεση πέραν της όποιας οικονομικής αποδοτικότητας;...
* Η αποδημία του Έκτορα Κακναβάτου αποτελεί κομβικό σημείο ή και χρονική σύμβαση για την πορεία του ελληνικού υπερρεαλισμού στον 20ό αιώνα. Δοκίμασε τη δική του φυγή προς τον γλωσσοκεντρισμό, έπλασε μια ρητορική ιδιάζουσα στο πλαίσιο των ομοτέχνων κι ομηλίκων του μοντερνιστών, υποστήριξε έως τέλους την ατομική και συλλογική κοινωνική εμπειρία σε συνάρτηση με τη φλογώδη διαχείριση της λέξης ως μορφή και περιεχόμενο. Ο Έκτωρ Κακναβάτος (φιλολογικό ψευδώνυμο του Γιώργου Κοντογιώργη) «έφυγε» σε ηλικία 90 ετών. Δεν τιμήθηκε ιδιαιτέρως, εάν υποτεθεί ότι ετούτο οφείλεται σε ζώντες δημιουργούς αυτής της κοινωνίας. Αλλ' ούτε υπήρξε κάποια ξεχωριστή παρουσία του πνευματικού και πολιτικού κόσμου στην εξόδιο τελετή της περασμένης Πέμπτης. Η κηδεία του πραγματοποιήθηκε με ελάχιστους παρόντες, όπως ίσως ο ίδιος θα επιθυμούσε και σίγουρα επέλεγε εν ζωή. Το σχόλιο ωστόσο για τους απόντες -άλλοτε κι αλλού παρόντες σύσσωμοι- παραμένει δηκτικό...
* Ο Βασίλης Ρούβαλης είναι ποιητής
Commenti