Ο σκηνοθετημένος Ελληνικός Εμφύλιος Πόλεμος...

Ο Παντελής Βούλγαρης σκηνοθέτησε την ταινία "Ψυχή βαθιά" έχοντας στο βιογραφικό του μια έξοχη προηγούμενη, τα "Πέτρινα χρόνια". Τη σκηνοθέτησε, σημειωτέον, σε εποχή επανόδου της Δεξιάς στην Ελλάδα, διατηρώντας άριστες σχέσεις με το Μέγαρο Μαξίμο έως πρότινος, ενώ, παράλληλα, παραμένει το άρωμα "αριστεράς" στα γραφόμενα του ιδίου και της συζύγου του, συγγραφέα και σεναριόγραφου Ιωάννας Καρυστιάνη.
Η ταινία επιτρέπει στον θεατή της, όποιας ηλικίας κι αν είναι, να κάνει μια σειρά από συνειρμούς σε έκταση οικογενειακών εμπειριών και ανάλογης μεταφοράς αυτών με διάσπαρτο προφορικό λόγο κατά περίσταση. Λιγότερο, οι θεατές γνωρίζουν τα καθέκαστα με συνετή πληρότητα, συνδυασμένη με τα μελετήματα που δημοσιεύονται τα τελευταία χρόνια από ιστορικούς-ερευνητές.
Πέφτοντας η αυλαία μένει η αίσθηση ενός αμήχανου 70χρονου σκηνοθέτη, ο οποίος βγαίνει "μπαρουτοκαπνισμένος", όπως και όλη η γενιά του, μέσα από τη σκιά του Εμφυλίου. Κι αν στην καλλιτεχνική διαδρομή του υπήρξε σχεδόν συνεπής με τα πολιτικά ένστικτά του, δείχνει εδώ πλέον ότι η ευκινησία με την κάμερα (επιτέλους) είναι δεδομένη, όπως και η ευπρεπής παραγωγή της ταινίας, αλλά δεν είναι τα στοιχεία που αρκούν, φευ, για να θρέψουν τη φήμη και την υστεροφημία του. Για να εξηγούμαι, ο Βούλγαρης δοκίμασε να κάνει ένα μωσαϊκό από στιγμές που πάλλουν: το δράμα του αδελφοκτόνου σπαραγμού, οι νύξεις για τους ξένους δάκτυλους, οι μετεμφυλιακές ώρες και δεκαετίες.
Ο σκηνοθέτης ωστόσο αποφασίζει -απόλυτα συνειδητά- να μην πάρει καμία θέση απέναντι στο εμφύλιο φαινόμενο συγκεκριμένα. Είναι η πιο απολιτική ταινία του, ίσως και η πιο επικίνδυνη: εάν οι Αριστεροί μαχητές σκιαγραφούνται ως καρικατούρες (που πολεμούν στα βουνά χωρίς ιδεολογική στάση και υποστήριξη, χάνουν τα λογικά τους, κάνουν το κακό και το καλό κατά βούληση), οι στρατιώτες του Εθνικού Στρατού είναι φιλεύσπλαχνοι σχεδόν, διαθέτουν μια ιδιότυπη τρυφερότητα με τους αντίπαλους συμπολεμιστές τους. Κι αν ο σκηνοθέτης επιδιώκει να δείξει περισσότερο εκ του σύνεγγυς τους άνδρες και τις γυναίκες του εξαθλιωμένου Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδος, το κάνει για να αποφύγει τα "δυσάρεστα" της άλλης πλευράς, δηλαδή την αγριότητα, τον φανατισμό, τη μισαλλοδοξία όσο και την εκδικητικότητα που διήρκεσε αρκετές δεκαετίες κατόπιν...
Απορίας άξιον όλο ετούτο το σχήμα. Οπως και η πλήρης διαφοροποίηση σε επίπεδο κινηματογραφικό: το σενάριο πάσχει επικίνδυνα από κενά κι αφελείς πλατιασμούς σε πλάνα ενώ, το κυριότερο, δεν διαθέτει ένα focus στην αφήγηση της ιστορίας. Η σχέση των δύο αδελφών, μοιρασμένων στα δύο στρατόπεδα (κάτι τόσο σύνηθες, τουλάχιστον εν γνώσει του υπογράφοντος από τον Εμφύλιο όπως αυτός εξελίχθηκε στον Μοριά), είναι μια σπουδαία ιδέα. Αναλώθηκε παρά ταύτα ανάμεσα σε πολεμικά πλάνα, σε ηθοποιούς που παλινδρομούσαν ανάμεσα στις ερμηνείες της δουλειάς του Κεν Λόουτς στο "Γη και Ελευθερία", σε ανεκμετάλλευτες συγκινησιακά στιχομυθίες των πολεμιστών στον Γράμμο-Βίτσι.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η Βικτώρια Χαραλαμπίδου "γράφει" πολύ ωραία ως αντάρτισσα (μολονότι δεν αξιοποιήθηκε τόσο το ταλέντο της όσο και συγκινησιακά τα άμεσα βιώματά της από τις συνέπειες του Εμφυλίου...), όπως βεβαίως και οι δύο νεαροί που ενσαρκώνουν τους βασικούς ήρωες. Μια παρατήρηση: μήπως ήρθε η ώρα να μπουν στο εγχώριο κινηματογραφικό παιχνίδι οι νεότεροι σκηνοθέτες, να δουν με τη δική τους, πιο ψύχραιμη ματιά, την ιστορία αυτή;!... (Ο νοών νοείτο.... Μήπως κιόλας τα χρήματα του Κέντρου Κινηματογράφου, εφόσον προβλεφθούν από το υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού, διανεμηθούν σε φρέσκες ματιές ούτως ώστε ωθηθεί η ελληνική ταινία στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού γίγνεσθαι;).
Τα ερωτήματα όμως "πέφτουν βροχή". Τι θέλησε να επισημάνει ο σκηνοθέτης, τι κέρδισε το κοινό βγαίνοντας από την αίθουσα, ποια η διδαχή για τούτο το ανομολόγητο κεφάλαιο της σύγχρονης κοινωνικής και πολιτικής μας πραγματικότητας; (Είναι όλα όσα δεν έγραψαν στις φυλλάδες οι συνάδελφοι δημοσιογράφοι-ρεπόρτερ κινηματογράφου...).
Εξερχόμενος από την αίθουσα, ανακάλεσα τις αφηγήσεις του θείου του Αντρέα ("Περικλής") από το δεύτερο αντάρτικο στο Παναχαϊκό και τα άλλα βουνά της Πελοποννήσου, τις εικονικές εκτελέσεις του (5 φορές εις θάνατον από τα στρατοδικεία), τις διαδρομές στα Μακρονήσια, τους εφιάλτες που ακόμη φέρει στο βλέμμα και τα χείλη του... Και πίσω απ' αυτά κρύβονται ο ψυχισμός που επηρεάζεται ανεπανόρθωτα από τα παιδικά χρόνια, η αναπόληση ενός πιο συγκεκριμένου, παράλογου ή μη παράλογου, εχθρού, ο προβληματισμός για τη συγκαιρινή απουσία ταύτισης με τα πρόσωπα και τα πράγματα τριγύρω.
Τις προάλλες το έγραφε με μεγάλα μαύρα γράμματα στο πρωτοσέλιδό της η εφημερίδα "Αυγή", ξεκάθαρα: "Η Αριστερά είναι ανάγκη". Οπως και η ηρωίδα του Βούλγαρη, στην τελευταία σεκάνς, λέει ξεκάθαρα την αλήθεια: "Αραγε, εμείς είμαστε που νικήσαμε;"...

Commenti

Anonimo ha detto…
Βασίλη, ναι, η αριστερά είναι ανάγκη και δη επιτακτική. Αυτό νομίζω είναι και η απόδειξη πως νικητής είναι αυτό που επιβιώνει ύστερα από την "ήττα". Το θέμα είναι να βρει πια το λόγο και το ρόλο που οφείλει. Και φυσικά την ιστορία δε θα την γράψουν οι σημερινοί 70άρηδες, κακά τα ψέματα.
SILIO D'APRILE ha detto…
Η Ιστορία γράφεται κατοπινά αλλά βιώνεται άμεσα. Οι ειδικοί μπορούν να αναλύσουν περισσότερο ετούτη τη συνθήκη. Δεν ξέρω ποιος ήταν ο νικητής. Ολοι πάντως χάσαμε. Και δεν αισιοδοξώ, όπως εσύ ανώνυμε, διακρίνοντας στον ορίζοντα μια ηττημένη, αχνή ευρωπαϊκή Αριστερά (ή Κεντροαριστερά)...
Anonimo ha detto…
Όχι, δεν είμαι αισιόδοξος. Η αριστερά είναι ανάγκη φιλοσοφική και ο σύγχρονος άνθρωπος δε μοιάζει διατεθειμένος, παρά τις όποιες σχηματοποιήσεις των οικονομικοπολιτικών συστημάτων, να κοιταχτεί καλά στον καθρέφτη και να τολμήσει τη μεγάλη στροφή νοός που απαιτείται, τώρα τις ύστατες ώρες. Ό,τι επιβίωσε της ήττας (που σύμφωνοι, σε επίπεδο απωλειών δεν έχουμε νικητές και χαμένους) είναι μια επίμονη απαίτηση του οράματος. Και από μια άποψη, ίσως χωράει εδώ λίγη, πολύ λίγη, αισιοδοξία.
Α.
SILIO D'APRILE ha detto…
Συμφωνώ απόλυτα... Η Αριστερά είναι ανάγκη φιλοσοφική. Με μια δεύτερη σκέψη, απαιτείται μια κινηματική Αριστερά πλέον, επί το πρακτέον, η οποία όμως θα προκύψει μέσα από τις τομές -διαφαινόμενες είτε όχι- στις ευρωπαϊκές κοινωνίες προσεχώς. Παραμένω αμφισβητίας ακόμη και για αυτήν εδώ την προσδοκίας που διατυπώνω όντως λακωνικά. Η αισιοδοξία, ένα όπλο τελικά ανάμεσα στην αβελτηρία και τη ρηχότητα της εποχής (ειδικά στα ελληνικά πράγματα), παραμένει αντίδοτο και ίσως κινητήριος μοχλός...
Anonimo ha detto…
Πάνω στη σκέψη σου, θα έλεγα πως η αριστερά χρειάζεται να λύσει οριστικά το ζήτημα της βίας(νοούμενης ως βιασύνης και εκβιασμού),που κατά τη γνώμη μου την ταλαιπωρεί ακόμη, ώστε να καταφέρει επιτέλους την πράξη, όπως απέτυχε να την ενσαρκώσει σε πολιτική ηθική. Μεγάλη συζήτηση για λίγες λέξεις, ωστόσο.
Α.
SILIO D'APRILE ha detto…
Το θέμα της πολιτικής ηθικής είναι ευρύ. Και μάλιστα διευρύνεται, άμεσα, στο πεδίο των τεχνών και των επιστημών. Μεγάλη συζήτηση, όντως, για ένα ιστολόγιο...
Σ' ευχαριστώ για τη συμμετοχή σ' αυτή την κουβέντα μέσα από αυτόν τον χώρο...
Β.