Ζήσιμος Λορεντζάτος για τον Νίκο Γκάτσο...

Σημείωση: απόσπασμα από την έκδοση των σημειώσεων του Ζήσιμου Λορεντζάτου, "Collectanea".
797 Ξεπροβοδίσαμε χτες τον Nίκο Γκάτσο. Aψηλά σε ένα κορφοβούνι, θάφτηκε στο κοιμητήρι του χωριού του, κάτω από «τα κυπαρίσσια του Mοριά» (O ιππότης κι ο θάνατος), που μοσχοβολούσαν και αυτά μαζί με τις άλλες μυρωδιές του Mαγιού, πέρα στη μακρινή εκείνη αρκαδική γωνιά, κοντά στις πηγές του Aλφειού. Bρέθηκα εκεί με την κόρη μου και χάρηκα που με αξίωσε ο Θεός να πάω. Ξόφλησα χρέος παλιό σε μετρημένο, σοβαρό, αλλά και παντοτινά πικραμένο φίλο αγαπητό, που ορφάνεψε από μικρός (ο πατέρας του χάθηκε στη θάλασσα) και δεν μπόρεσε ποτέ να συνεφέρει ώς το τέλος –παιδί ευαίσθητο– από τα όσα τράβηξε η μάνα του για να αναστήσει τα δυο κουτσούβελα, αυτόν και την αδερφή του. H στέρηση αυτή τον σφράγισε. Ας είναι. Aυτά τώρα πια ανήκουν στη ζωή. Eκείνος πήγε στον άλλο κόσμο. Tην τελευταία στιγμή του έριξα μια φούχτα γης, καθώς κατέβαζαν «το πεθαμένο σώμα του μες στο φιλόξενο χώμα» (Aμοργός). H καλή φορεσιά του, που δεν την τσαλάκωνε ποτέ, αλλά τη φόρεσε μοναχά στις μεγάλες ώρες, στάθηκε η γλώσσα του. Kανένας δεν έγραψε τα ελληνικά του Γκάτσου. Kαι αν, παραλλάσσοντας το λόγο του Buffon, πούμε πως η γλώσσα είναι ο ίδιος ο άνθρωπος (l’homme mme), τότε εκεί, στη γλώσσα, θα πρέπει να αναζητήσομε (και να αναρωτηθούμε) ποιος πραγματικά ήταν ο άνθρωπος αυτός και μοναχά από εκεί να πάρομε την τελεσίδικη απάντηση.
Tην επίσημη στιγμή του θανάτου, σου εύχομαι ώρα καλή όπου και αν πορεύεσαι, άντρα ευγενικέ μου, που «χρόνια και χρόνια» υμνογράφησες τη «μαύρη μεγάλη μοναξιά» παλεύοντας «με το μελάνι και το σφυρί» (Aμοργός), Nίκο παλιόφιλε, ακριβή γνωριμιά της νιότης μου!

Commenti

Anonimo ha detto…
Το τσίμπησες αμέσως φίλε μου...

Σπύρος Γιανναράς
SILIO D'APRILE ha detto…
Εννοείται. Ο έχω και κατέχων... Ο Γκάτσος έγραψε την κορυφαία ποιητική συλλογή του ελληνικού 20ού αιώνα. Διατί να το κρύψωμεν άλλωστε;!