Πρόκειται για εκείνα τ' αναπάντεχα βράδια που τα περνάς υπέροχα με τους φίλους σου στο σπίτι και αδιαφορείς για το τι γίνεται εντός κι εκτός των τειχών της πόλης. Εν προκειμένω, η διάθεση του μεν από τη μελαγχολία για την απουσία της αγαπημένης του και -αντιθέτως- του δε για το ευχάριστο απόγευμα μετά γυναικός επηρέαζε την κουβέντα για τα παιδικά χρόνια σε κοινούς νοσταλγικούς τόπους (συγκεκριμένα, τη συνοικία της Δάφνης με τα μαραγκούδικα, τη μυρωδιά από φρέσκο πριονίδι, τα χωράφια με τα κίτρινα αγριολούλουδα, στη δεκαετία του '70 και του '80...). Εάν οι αθώοι και οι λιγότερο αθώοι έρωτες του παρελθόντος επανήλθαν στη συζήτηση με φτηνό ουίσκι, το άνοιγμα μιας ξεχασμένης φιάλης με το εξαιρετικό syrah της ετικέττας "Κράννωνα" του Παντελή Καρυπίδη από τη Θεσσαλία (κρασί με σώμα, αρώματα και γεύσεις στο στόμα, σε ζωηρή κόκκινη απόχρωση) προκάλεσε την επιθυμία για γαστριμαργικές προεκτάσεις στη βραδιά: τα δύο φιλέτα γαλοπούλας ξεπάγωσαν γρήγορα. Σ' ένα μεγάλο σκεύος φτιάξαμε μαρινάδα ρίχνοντας λάδι (τρεις κουταλιές της σούπας), χυμό από δύο πορτοκάλια, αλάτι και πιπέρι, δεντρολίβανο, μια χούφτα πράσινο πιπέρι Μαγαδασκάρης (που μια φίλη-συνάδελφος νόμισε ότι είχε μπαγιατέψει και παραλίγο να το πετάξει στα σκουπίδια). Οταν τα φιλέτα "πότισαν" ικανοποιητικά (1 ώρα τουλάχιστον), τα περάσαμε από ένα τηγάνι με λάδι σε χαμηλή φωτιά και συμπληρώσαμε τη μαρινάδα. Αφού πήραν μια βράση, δυναμώσαμε τη φωτιά και τα κατεβάσαμε αμέσως μετά. Μια τηγανιά πατάτες κομμένες σε κύβους ήταν αρκετή για γαρνίρισμα στο "πράσινο" φιλέτο της κάθε μερίδας, όπως βέβαια και δύο "γενναία" κομμάτια μοτσαρέλας. Την ιταλική νότα στο γευστικό αποτέλεσμα συμπλήρωσε η μουσική, ένα σιντί με οπερατικά έργα του Εnrico Caruso...
Commenti