Τρία βιβλία του Μεξικάνου συγγραφέα Πάκο Ιγνάσιο Τάιμπο ΙΙ κυκλοφορούν αυτήν περίοδο δίνοντας την αφορμή στους εκδοτικούς οίκους "Αγρα" και "Κέδρος" να τον προσκαλέσουν στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη (Τρίτη 23/5 και Πέμπτη 25/5). Πρόκειται για τη βιογραφία "Ερνέστο Γκεβάρα, γνωστός και ως Τσε", το καινούργιο μυθιστόρημά του "Με τέσσερα χέρια" αλλά και το βιβλίο "Ανήσυχοι νεκροί (κι ό,τι λείπει, λείπει)" που συνυπογράφει με τον Υποδιοικητή Μάρκος. Η προπέρσινη συνέντευξη που παραχώρησε στην "Ελευθεροτυπία" (Μάιος 2005) διαβάζεται με ανανεωμένο ενδιαφέρον:
Της λογοτεχνίας με ουσία
Του ΒΑΣΙΛΗ ΡΟΥΒΑΛΗ
Η φυσιογνωμία του Πάκο Ιγνάσιο Τάιμπο ΙΙ είναι μεσογειακή. Φανερώνει αμέσως τη διάθεσή του, τη στιγμιαία συμπάθεια ή αντιπάθεια που θα νιώσει για το πρόσωπο που έχει απέναντί του.
Ο Πάκο Ιγνάσιο Τάιμπο ΙΙ επιδεικνύει το εξώφυλλο του βιβλίου που συνυπογράφει με τον Μάρκος, τον ηγέτη των ανταρτών Ζαπατίστας. Στις λίγες ώρες που βρέθηκε στην Αθήνα έδωσε αρκετές συνεντεύξεις με αφορμή την παρουσίαση του νέου μυθιστορήματός του «Και σαν σκιές επιστρέφουμε» (μτφρ.: Κρίτων Ηλιόπουλος, εκδόσεις «Αγρα»).
Είναι φανερά κουρασμένος. «Πω πω, εσείς οι Ελληνες δημοσιογράφοι μιλάτε πολύ», μου λέει χαμογελαστά για να με πείσει να φύγει νωρίς, ώστε να ξεκουραστεί στο ξενοδοχείο προτού παρευρεθεί στην εκδήλωση που οργανώθηκε προχθές στη Στοά του Βιβλίου από την «Αγρα» και το Ινστιτούτο Θερβάντες. Εστω κι αν δηλώνει επαγγελματίας συγγραφέας, η συζήτησή μαζί του διαθέτει το στοιχείο του αυθορμητισμού: καπνίζει άφιλτρα «Habanos», πίνει συνεχώς «Κόκα-Κόλα», φοράει ένα ζαρωμένο μπλουζάκι με ινδιάνικες φιγούρες, μιλάει ακατάπαυστα ή σιωπά για αρκετή ώρα προτού δώσει μια απάντηση, άλλοτε μπερδεύει χαριτωμένα τα αγγλικά με τα ιταλικά και τα ισπανικά του.
Του αναφέρω δικούς μου ανθρώπους από το Μεξικό, που τους έχει υπόψη του, ξαφνιάζεται και χαίρεται από την καλή σύμπτωση. «Ελα όποτε σου δοθεί ευκαιρία», μου προτείνει, σπάζοντας τον πάγο της πρώτης γνωριμίας. «Η Πόλη του Μεξικού είναι μια απίστευτη, γοητευτική πόλη. Και ξέρεις κάτι; Μοιάζουν οι λαοί μας, όσο κι αν φαίνεται παράδοξο». Αμέσως μετά κοιτάζει την Ακροπόλη και μονολογεί. «Πριν από τρία χρόνια ανέβηκα στον βράχο κι ένιωσα δέος μπροστά στον Παρθενώνα». Δεν εννοεί την τουριστική ματιά αλλά «την αίσθηση ότι ζούμε με τις ίδιες συνιστώσες παρότι οι καθημερινές μας εμπειρίες είναι επιφανειακά διαφορετικές».
Σε ποια παγκοσμιοποίηση πιστεύει λοιπόν; Χαμογελάει στωικά. «Οχι, δεν πιστεύω στην παγκοσμιοποίηση των Αμερικανών, στην επιβολή ενός παγκόσμιου οικονομικού μοντέλου που θέλει να δημιουργεί στρατιές φτωχών και να διανέμει τον πλούτο στους λίγους πλούσιους Δυτικούς».
Ο Τάιμπο γνωρίζει καλά τι εστί εξαθλίωση τόσο στη χώρα του (γεννημένος στην Ισπανία αλλά μεξικανικής καταγωγής και διαμονής) όσο και στη Λατινική Αμερική. Οπως επίσης θεωρεί ότι «αυτό που κάνει ο Ούγκο Τσάβες στη Βενεζουέλα είναι ενδιαφέρον ως φαινόμενο, όμως δεν είναι απαραιτήτως σημαντικό για να αλλάξει η ζωή εκεί κάτω».
Η συζήτηση έρχεται στο βιβλίο του. Του εξηγώ ότι υπάρχουν αρκετοί Ελληνες αναγνώστες που τον εκτιμούν και θέλουν να τον διαβάσουν ακόμη περισσότερο. (Κυκλοφορούν ήδη στα ελληνικά τα «Η ζωή η ίδια», «Χωρίς αίσιο τέλος», «Το ποδήλατο του Λεονάρντο»). Στην προκειμένη περίπτωση, το «Και σαν σκιές επιστρέφουμε» είναι συνέχεια του μυθιστορήματος «Σκιά της σκιάς».
Οι ήρωές του βιώνουν τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο κάτω από τον ράθυμο μεξικάνικο ήλιο. «Το βιβλίο είναι λίγο απ' όλα: έχει αστυνομική πλοκή, μπορείς να το χαρακτηρίσεις μυθιστόρημα μυστηρίου ή και ιστορικό», εξηγεί. Το σημαντικότερο όμως ακολουθεί: «Είναι επίσης ένα παιχνίδι για μένα...». Το ξανασκέφτεται. «Πράγματι, δοκιμάζω να συνταιριάξω όλα αυτά τα συστατικά ούτως ώστε να κάνω λογοτεχνία με τον δικό μου τρόπο. Είναι ένα ρίσκο, το ξέρω».
Απαντώ ότι αναμφισβήτητα το πετυχαίνει και του θυμίζω ένα άρθρο του στην εφημερίδα «Κοριέρε ντέλα Σέρα», πρόπερσι. Εγραφε ότι «πάντα θα υπάρχουν διαφορετικοί αναγνώστες που θα διαβάζουν διαφορετικούς συγγραφείς».
«Ναι, είναι γεγονός ότι γράφω με την απαίτηση να διαβάσω λογοτεχνία με ουσία. Και δυστυχώς δεν βρίσκω γύρω μου αρκετή τέτοια λογοτεχνία». Τον προκαλώ με το βλέμμα να συνεχίσει. «Επιθυμώ μια λογοτεχνία υψηλού επιπέδου, με ιστορίες που θα περιέχουν σημαντικά κι ασήμαντα γεγονότα, ένταση, μυστήριο, αναζήτηση. Αλλο τόσο θέλω τη λογοτεχνία να αγγίζει τον ρεαλισμό».
Μα όλα αυτά δεν είναι η συνταγή για να πετυχαίνει ο συγγραφέας την προσέγγιση του ευρύτερου, του παγκόσμιου αναγνωστικού κοινού; «Τα βιβλία μου κυκλοφορούν σε 28 χώρες, εντάξει. Ομως, νιώθω ότι απευθύνομαι σ' έναν αναγνώστη. Η "Δημοκρατία των Αναγνωστών", όπως αποκαλώ το διεθνές κοινό, το νιώθει επίσης. Ετσι τουλάχιστον ελπίζω να συμβαίνει...».
«Εχετε έναν σπουδαίο συγγραφέα εδώ. Ο Πέτρος Μάρκαρης είναι ένας από τους καλύτερους συγγραφείς αστυνομικού μυθιστορήματος αυτή τη στιγμή...», μου λέει ενθουσιασμένος όταν τον ρωτώ για την ευκολία όλο και περισσότερων συγγραφέων να γράφουν -πια- αστυνομικά αμφιλεγόμενης λογοτεχνικότητας. Ο Τάιμπο διαφωνεί εν μέρει υποστηρίζοντας πως «το αστυνομικό μυθιστόρημα αντικατοπτρίζει το κοινωνικό υπόβαθρο του 21ου αιώνα και αντικαθιστά την ηθογραφία. Γι' αυτό δεν υπάρχει λόγος να κρίνουμε το αστυνομικό ως κάτι διαφορετικό ή να το υποτιμούμε. Υπάρχουν εξάλλου καλοί, μέτριοι και κακοί συγγραφείς που το υπηρετούν».
Στα χέρια του κρατάει την ισπανική έκδοση του βιβλίου «Muertos incomodos» (οσονούπω θα κυκλοφορήσει από την «Αγρα» και τον «Κέδρο») που συνυπογράφει με τον υποδιοικητή Μάρκος, τον ηγέτη των ανταρτών Ζαπατίστας. Στέκεται περήφανος, μου δείχνει το εξώφυλλο. «Μα καλά, πώς τα καταφέρατε;», ρωτώ εύλογα. «Α, ήταν πολύ δύσκολο μα και συναρπαστικό. Μου έστελνε με χίλιους δυο τρόπους τα κεφάλαια. Το διασκεδάσαμε...».
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 07/05/2005
Commenti
»
»
»